Η Μεσογειακή διατροφή θεωρείται η κορυφαία διατροφή στον πλανήτη λόγω της υψηλής κατανάλωσης φρούτων, λαχανικών και σιτηρών ολικής αλέσεως. Είναι ευρέως γνωστό ότι η Μεσογειακή διατροφή φέρει καρδιοπροστατευτικές και αντικαρκινικές ιδιότητες αλλά προκύπτουν όλο και περισσότερες έρευνες που επικεντρώνονται στην βελτίωση και συντήρηση των γνωστικών μας ικανοτήτων σε μεταγενέστερες ηλικίες. Επιστήμονες από το πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου της Μ. Βρετανίας μελέτησαν 500 άτομα με μέση ηλικία τα 79 έτη, που δεν έπασχαν από άνοια. Οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε γνωστικών ικανοτήτων τεστ, όπως επίλυσης προβλημάτων, ταχύτητα σκέψης, μνήμης και γενικών γνώσεων, καθώς και ερωτηματολόγια διατροφικών συνηθειών για τα πρόσφατα έτη. Επίσης, περισσότερα από 350 άτομα υποβλήθηκαν σε εξέταση μαγνητικού τομογράφου στον εγκέφαλο τους. Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι όσο περισσότερο κοντά ήταν η διατροφή των συμμετεχόντων στην Μεσογειακή διατροφή, τόσο καλύτερες ήταν οι βαθμολογίες των γνωστικών τους τεστ, ασχέτως του IQ των συμμετεχόντων, το αν ήταν καπνιστές η όχι, επίπεδα φυσικής δραστηριότητας ή άλλους παράγοντες υγείας. Σε ότι αφορά τους δείκτες υγιούς γήρανσης του εγκεφάλου, όπως φάνηκε από την μαγνητική τομογραφία, δεν υπήρχαν διαφορές μεταξύ των συμμετεχόντων, είτε ακολουθούσαν πιστά την Μεσογειακή διατροφή, είτε όχι. Επίσης, η μελέτη ανέδειξε ότι η αυξημένη κατανάλωση πράσινων φυλλωδών λαχανικών και η μειωμένη πρόσληψη κόκκινου κρέατος ήταν κύριες διατροφικές συνήθειες που ενίσχυαν τις γνωστικές ικανότητες των συμμετεχόντων. Μια κατά κύριο λόγο φυτική Μεσογειακή διατροφή, σύμφωνα με τους επιστήμονες, μας δίνει την δυνατότητα να παρέχουμε στον οργανισμό μας τόσο σωματική, όσο και εγκεφαλική υγεία. Η Μεσογειακή διατροφή που είναι πλούσια σε σιτηρά ολικής αλέσεως, φρούτα, λαχανικά και όσπρια αποτελεί την κορυφαία διατροφή παγκοσμίως εδώ και πολλά χρόνια και όλο και περισσότερες επιστημονικές μελέτες το αποδεικνύουν μέσα από τα αποτελέσματα που προκύπτουν.

Καραγιάννης Νικόλαος BSc, SRD, MPhil

Διαιτολόγος – Dietitian

Link: ScienceDirect