Πρόσφατα επιστήμονες από το πανεπιστήμιο του Massachusetts Amherst της Αμερικής ανακάλυψαν τα μοριακά μονοπάτια τα οποία επιτρέπουν τρόφιμα πλούσια σε βιο-ενεργές ουσίες σόγιας -που ονομάζονται ισοφλαβόνες- να μειώσουν τις πιθανότητες εκδήλωσης διαβήτη και καρδιοαγγειακών προβλημάτων. Σε γενικές γραμμές, οι νέες έρευνες έχουν δείξει πως η κατανάλωση τροφών από σόγια προκαλεί μείωση της χοληστερίνης, μείωση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα και καλύτερη αντίδραση του οργανισμού στη γλυκόζη σε ανθρώπους οι οποίοι πάσχουν από διαβήτη.

 

Τα δεδομένα παρουσιάζουν ότι οτιδήποτε καταναλώνουμε στη διατροφή μας έχει τεράστια επίπτωση στην υγεία μας και αλληλοεπιδρά με την εκδήλωση κάποιων γονιδίων μας. Οι έρευνες δείχνουν ότι η διατροφή έχει τη δυνατότητα να αλλάξει την αντιγραφή κάποιων γονιδίων, οδηγώντας έτσι σε βιολογικές αλλαγές στον ανθρώπινο οργανισμό.

 

Η σόγια αποτελεί μία από τις πιο κοινές πηγές ισοφλαβόνων στην ανθρώπινη διατροφή. Στο παρελθόν επιδημιολογικές διατροφολογικές έρευνες έδειξαν ότι η κατανάλωση σόγιας μειώνει την πιθανότητα εκδήλωσης διαβήτη, βελτιώνει την ευαισθησία των κυττάρων στην ινσουλίνη και μειώνει τις πιθανότητες καρδιοαγγειακών παθήσεων. Η παραπάνω έρευνα μπόρεσε να εστιάσει σε μοριακό επίπεδο στα λιποκύτταρα και την επίδραση των ισογλαβόνων της σόγιας σε αυτά και να ανακαλύψει πως ακριβώς συμβαίνει αυτό. Σε παρελθοντικές έρευνες, οι ίδιοι επιστήμονες σε συνεργασία με τα πανεπιστήμια του Southern Illinois, Tennessee και Florida της Αμερικής, είχαν παρατηρήσει ότι οι ισοφλαβόνες μείωσαν την καταστροφική δράση του διαβήτη στα ζώα, με το να αυξήσουν τη δράση ορισμένων ρυθμιστών μεταγραφής στο λιπώδη ιστό. Συνεπώς, η κατανάλωση ισοφλαβόνων επηρέασαν άμεσα την εκδήλωση του γενετικού υλικού των λιποκυττάρων, ο οποίος αποτελεί έναν από τους κορυφαίους ιστούς παραγωγής διαφόρων ορμονών που επηρεάζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό την οργανική μας λειτουργία.

 

Οι επιστήμονες ανακάλυψαν επίσης, ότι οι ισοφλαβόνες στη σόγια ενίσχυσαν τη διαφοροποίηση των λιποκυττάρων ή την δημιουργία λιποκυττάρων από τον οργανισμό, έχοντας ανάλογη δράση με αυτή των υποδοχέων της ινσουλίνης. Με άλλα λόγια,  οι ισοφλαβόνες στη σόγια έχουν τη δυνατότητα να αναπαράγουν τη δράση των φαρμάκων που χρησιμοποιούνται σήμερα από τους διαβητικούς. Συνεπώς, οι ισοφλαβόνες στη σόγια παρουσιάζουν την ίδια δράση που παρουσιάζουν τα φάρμακα των διαβητικών, σε ότι αφορά τη βελτίωση των επιπέδων σακχάρου στον οργανισμό των ασθενών. Με αυτό τον τρόπο η ευαισθησία των κυττάρων στη δράση της ινσουλίνης βελτιώνεται και συνεπώς οι ανάγκες του οργανισμού σε ινσουλίνη μειώνονται και οι διαβητικοί μπορούν να διατηρήσουν τα επίπεδα σακχάρου σε πιο φυσιολογικά επίπεδα με μικρότερες ποσότητες ινσουλίνης στο αίμα τους. Οι υποδοχείς των κυττάρων των διαβητικών που παρουσιάζουν μείωση στην δράση της ινσουλίνης ενεργοποιούνται κάτω από τη δράση των ισοφλαβόνων της σόγιας και το σύστημα απορρόφησης γλυκόζης από τα κύτταρα παρουσιάζει βελτίωση.

 

Η χρήση της σόγιας στη καθημερινή διατροφή έχει θερμούς υποστηρικτές, αλλά και ένθερμους επικριτές. Ο λόγος που αυτό συμβαίνει είναι ότι  πολύ κόσμος τη θεωρεί ένα φυτό το οποίο έχει υποστεί γενετικές μεταλλάξεις. Το θέμα των μεταλλαγμένων τροφίμων συγκεντρώνει πολλά και πολύπλοκα επιχειρήματα, πότε υπέρ και πότε κατά. Παρόλα αυτά, τα επιχειρήματα τα οποία χρησιμοποιούνται σε αυτές τις συζητήσεις, είτε αυτά υποστηρίζουν, είτε απορρίπτουν την κατανάλωση μεταλλαγμένων καρπών, είναι διφορούμενα. Συνεπώς, είναι στη κρίση του καθένα ποια πλευρά θέλει να υποστηρίξει. Το σίγουρο όμως είναι ότι οι πρόσφατες έρευνες που αποδεικνύουν την αντι-διαβητική επίδραση των ισοφλαβόνων της σόγιας αποτελούν πολύ καλά νέα για αυτούς που επιλέγουν μια χορτοφαγική διατροφή και χρησιμοποιούν προϊόντα σόγιας ως υποκατάστατα του κρέατος.

Νικόλαος Καραγιάννης BSc, SRD, MPhil

Διαιτολόγος – Dietitian