Σύμφωνα με τα αποτελέσματα μιας πρόσφατης έρευνας, που διενεργήθηκε από μια ομάδα ερευνητών του Πανεπιστημίου Α&Μ του Τέξας, η μικροσκοπική γλώσσα της μύγας των φρούτων είναι πιθανό να μας δώσει τις απαντήσεις στα ερωτήματα που έχουμε σχετικά με τις διατροφικές συνήθειες του ανθρώπου ή ακόμη και να μας οδηγήσει σε νέους τρόπους για τη θεραπεία της παχυσαρκίας.

Ο Paul Hardin, ο οποίος κατέχει το βαθμό του διακεκριμένου καθηγητή βιολογίας, μαζί με τους συναδέλφους του, Abhishek Chatterjee, Shintaro Tanoue και Jerry Houl, ερεύνησαν τα όργανα γεύσης (δηλαδή τη γλώσσα) που υπάρχουν στις μύγες των φρούτων, τα οποία ενεργοποιούν την επιθυμία της να φάει ή να μην φάει. Ανακάλυψαν ότι υπάρχουν αρκετοί παράγοντες, και ιδιαιτέρα το εσωτερικό ημερήσιο ρολόι του συγκεκριμένου πλάσματος, οι οποίοι καθορίζουν τη συμπεριφορά τους ως προς το θέμα της σίτισης. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι οι ερευνητές πιστεύουν πως οι ίδιες ακριβώς ευαισθησίες στη γεύση είναι πολύ πιθανό να έχουν εφαρμογή και στους ανθρώπους.

Όπως εξηγεί ο Hardin: «Το ‘ρολόι’ το οποίο επηρεάζει την απόφαση για κατανάλωση ή όχι τροφής βρίσκετε μέσα στα  αισθητήρια κύτταρα της γεύσης, τα οποία και στέλνουν το σήμα για τη λήψη της τροφής. Μόλις σταλεί αυτό το μήνυμα, έπειτα ο εγκέφαλος σηματοδοτεί την ανάγκη για λήψη ή όχι της τροφής στη μύγα. Όλα αυτά όμως εξαρτώνται από το τι ώρα της ημέρας είναι. Αυτό το εσωτερικό ρολόι έχει άμεση σύνδεση με τις διατροφικές συνήθειες της μύγας».

Η μύγα με την επιστημονική ονομασία Drosophila, η οποία είναι ευρέως γνωστή ως μύγα των φρούτων, είναι μικρότερη σε μέγεθος από ένα κόκκο ρυζιού και μπορεί να εντοπιστεί σε όλα τα μέρη του πλανήτη. Υπάρχουν περίπου 1500 είδη αυτής της μύγας και η ονομασία της προέρχεται από μια λατινική φράση, η οποία μεταφράζεται ως «λάτρης της δροσιάς». Όπως οι περισσότερες μύγες, έτσι και αυτές διαθέτουν φυσικό ένστικτο σε ότι αφορά την αναζήτηση τροφής και -σύμφωνα με τον Hardin- «πάντα ψάχνουν να βρουν κάτι να φάνε». «Αυτό το εσωτερικό ρολόι ελέγχει την ευαισθησία στην τροφή και επηρεάζει, επίσης, την ποσότητα φαγητού που λαμβάνει η μύγα. Ανακαλύψαμε πως τα κατά τη διάρκεια της ημέρας τα ποσοστά ευαισθησίας προς τη ζάχαρη είναι πολύ πιο υψηλά, από αυτά που καταγράφονται κατά τη διάρκεια της νύχτας. Παρόλα αυτά, ανακαλύψαμε πως σε περίπτωση που εξαλείψουμε αυτό το εσωτερικό ρολόι, τότε οι μύγες θα αρχίσουν να καταναλώνουν πολύ μεγαλύτερες ποσότητες φαγητού. Συνεπώς, αυτό το εσωτερικό ρολόι φαίνεται πως έχει την ικανότητα να καταστέλλει την επιθυμία για φαγητό ορισμένες ώρες της ημέρας».

Ο Hardin σημειώνει πως υπάρχουν προφανείς παραλληλισμοί, οι οποίοι θα μπορούσαν να γίνουν εάν συγκρίνουμε την επιθυμία για φαγητό που υπάρχει στις μύγες των φρούτων και την ανθρώπινη επιθυμία για κατανάλωση τροφής. «Εδώ και καιρό έχει αποδειχθεί πως και εμείς ως άνθρωποι έχουμε επίσης εσωτερικό ρολόι», προσθέτει και συνεχίζει, «εάν αυτό το ρολόι, που υπάρχει στα αισθητήρια κύτταρα για την γεύση, ελέγχει επίσης το πότε και το πόσο θα φάμε, τότε είναι δυνατό να έχει μεγάλη συμβολή στην αύξηση του σωματικού βάρους. Η κατανόηση του τρόπου με τον οποίο αυτό το ρολόι ελέγχει την κατανάλωση τροφής, είναι δυνατό να μας οδηγήσει δυνητικά στην καταπολέμηση της παχυσαρκίας».

Η παχυσαρκία αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες απειλές για την ανθρώπινη υγεία παγκοσμίως. Το ποσοστό παχυσαρκίας στην Ελλάδα ξεπερνάει το 40 % του πλυθησμού και συνεχίζει να αυξάνεται. Η παχυσαρκία οδηγεί σε μία σειρά από παθήσεις στις οποίες συμπεριλαμβάνονται τα εμφράγματα, τα εγκεφαλικά, ορισμένοι τύποι καρκίνου, ο διαβήτης και άλλες ασθένειες.

Ο Hardin δηλώνει: «Η προσεκτική μελέτη των παραγόντων, οι οποίοι ελέγχουν την επιθυμία για τροφή στις μύγες των φρούτων (Drosophila), είναι δυνατό να συγκριθούν με τις ανθρώπινες διατροφικές συνήθειες. Εάν καταφέρουμε να προσαρμόσουμε το βασικό εσωτερικό ρολόι του οργανισμού, πιθανώς να καταφέρουμε να ελέγξουμε την κατανάλωση της τροφής και κάτι τέτοιο θα αποτελούσε ένα σημαντικό βήμα στον αγώνα κατά της παχυσαρκίας».

Καραγιάννης Νικόλαος BSc, SRD,MPhil

Διαιτολόγος – Dietitian