Μία σημαντική έρευνα πραγματοποιήθηκε πρόσφατα στο πανεπιστήμιο του Σινσινάτι, στο Οχάιο της Αμερικής, τα αποτελέσματα της οποίας μας δίνουν νέες πληροφορίες για τις λειτουργίες του ανθρώπινου μεταβολισμού. Πιο συγκεκριμένα, τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν κάτι πρωτοφανές για την επιστήμη του μεταβολισμού, μια και φαίνεται πως η αιμάτωση του λιπώδη υποδόριου ιστού επηρεάζει την όρεξη και την ανάγκη για κατανάλωση φαγητού. Αναλυτικά, οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι ένα πεπτίδιο (πρωτεΐνη) μπορεί να οδηγήσει κύτταρα φλεβών και αρτηριών, που αιματώνουν τον λιπώδη ιστό, σε απόπτωση με αποτέλεσμα να επηρεαστεί η κατανάλωση φαγητού. Με τον όρο απόπτωση εννοούμε τον προγραμματισμένο θάνατο στον οποίο υποβάλλονται τα κύτταρα του σώματος, αφού έχουν συμπληρώσει ένα συγκεκριμένο αριθμό διαιρέσεων, για να αποφευχθεί ο αλόγιστος πολλαπλασιασμός των κυττάρων, όπως συνήθως συμβαίνει στα καρκινογόνα κύτταρα. Σε αυτή την έρευνα λοιπόν, ζώα τα οποία ήταν παχύσαρκα με το που δέχτηκαν το συγκεκριμένο πεπτίδιο παρατηρήθηκε απώλεια βάρους λόγο της περιορισμένης κατανάλωσης φαγητού. Ο λιπώδης ιστός αιματώνεται, όπως ο καρκινικός ιστός, και η αύξηση αυτού εξαρτάται από την ικανότητα του να δημιουργήσει γύρω του αγγεία: το γνωστό φαινόμενο της αγγειογένεσης, ανάλογο με αυτό που παρατηρείται και με τα καρκινικά κύτταρα. Με το να εμποδίσουν το φαινόμενο της αγγειογένεσης, και κατά συνέπεια να υποσιτίσουν τον λιπώδη ιστό, οι επιστήμονες κατάφεραν να αντιστρέψουν το αποτέλεσμα της παχυσαρκίας σε ποντίκια και αρουραίους.
Ο επιστήμονας R. Seeley, επικεφαλής της συγκεκριμένης έρευνας, δήλωσε: «φανταστείτε ότι ο λιπώδης ιστός είναι μια μπανιέρα, όπου για να διατηρήσουμε την ποσότητα νερού μέσα σε αυτή σταθερή, πρέπει η ποσότητα νερού που εισέρχεται να ισούται με την ποσότητα του νερού που εξέρχεται. Εάν η ποσότητα νερού που εισέρχεται είναι μεγαλύτερη από αυτή που εξέρχεται τότε θα πρέπει να δημιουργήσουμε μια μεγαλύτερη μπανιέρα. Η παχυσαρκία είναι ανάλογη. Άτομα τα οποία καταναλώνουν περισσότερες θερμίδες από αυτές που καίνε πρέπει να δημιουργήσουν μεγαλύτερο λιπώδη ιστό και εδώ παίζει μεγάλο ρόλο η δημιουργία νέων αγγείων για την αύξηση αυτού του ιστού. Για κάθε 500 γρμ. επιπλέον λιπώδη ιστού πρέπει να δημιουργήσουμε σχεδόν 2 χιλιόμετρα αγγείων.»
Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν αδύνατα και παχύσαρκα ποντίκια και αρουραίους σε μια διατροφή που ήταν είτε υψηλή είτε χαμηλή σε λίπος. Τα πειραματόζωα δέχτηκαν το πεπτίδιο που προκαλούσε την απόπτωση των αγγειακών κυττάρων για διάρκεια τεσσάρων έως και 27 ημερών. Οι επιστήμονες μελέτησαν την συνολική ενέργεια που κατανάλωναν τα ζώα και την συνολική ενέργεια που ξόδευαν. Ζώα τα οποία ήταν παχύσαρκα μείωσαν το βάρος τους, αν και ακολουθούσαν διατροφή υψηλή σε λίπος. Παράλληλα τα ζώα που κατανάλωναν υψηλή σε λίπος διατροφή δεν παρουσίασαν αύξηση βάρους. Επίσης, τα ζώα, τα οποία ακολουθούσαν διατροφή χαμηλή σε λίπος, δεν παρουσίασαν καμιά απολύτως διαφορά στη σωματική τους μάζα. Σε ότι αφορά την ενέργεια που ξόδευαν τα ζώα δεν παρουσιάστηκε ιδιαίτερη διαφορά, παρά μόνον μια μείωση στην συνολική κατανάλωση ενέργειας. Τα ζώα δεν παρουσίασαν κανένα σύμπτωμα ασθένειας από την παραχώρηση του πεπτιδίου.
Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι η μείωση στην κατανάλωση φαγητού που παρουσίασαν τα ζώα ήταν ανεξάρτητη από την δράση της λεπτίνης. Η λεπτίνη είναι μια ορμόνη που παράγεται από τον λιπώδη ιστό με την κατανάλωση φαγητού. Η δράση της εντοπίζεται κυρίως στον εγκέφαλο και έχει ως απώτερο σκοπό να επιφέρει το αίσθημα του κορεσμού από την κατανάλωση φαγητού. Με απλά λόγια, η λεπτίνη μας βοηθά να καταλάβουμε ότι χορτάσαμε, έτσι ώστε να σταματήσουμε να τρώμε.
Σε γενικές γραμμές τα πειράματα δείχνουν ότι υπάρχουν μηχανισμοί οι οποίοι επικοινωνούν στον εγκέφαλο την ικανότητα αποθήκευσης λίπους που έχει ο καθένας μας και αυτό επηρεάζει την συνολική κατανάλωση φαγητού. Όσο περισσότερο λίπος έχουμε τόσο περισσότερο μας «επιτρέπει» ο εγκέφαλος μας να καταναλώσουμε, ένας φαύλος κύκλος δηλαδή, ο οποίος εδραιώνει το φαινόμενο της παχυσαρκίας.
Καραγιάννης Νικόλαος BSc, SRD,MPhil
Διαιτολόγος – Dietitian