Το φαγητό αποτελεί πρωταρχική ανάγκη για τον άνθρωπο, μα και μεγάλη απόλαυση στη καθημερινότητα μας. Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν το τι θα φάμε αλλά και το πόσο θα φάμε. Είναι γνωστό για παράδειγμα, εδώ και πολλά χρόνια,, ότι όσο μεγαλύτερη ποικιλία φαγητών υπάρχει στο τραπέζι, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η κατανάλωση φαγητού που θα επιτευχθεί. Επίσης, είναι γνωστό ότι σε γενικές γραμμές οι άνθρωποι καταναλώνουν μεγαλύτερες ποσότητες φαγητού όταν βρίσκονται με παρέα, παρά όταν τρώνε μόνοι τους. Τέλος, έχει παρατηρηθεί ότι και η ποιότητα του φαγητού μπορεί να επηρεάσει την συνολική κατανάλωση φαγητού και πιο συγκεκριμένα όσο πιο υψηλή είναι η ποσότητα λίπους και θερμίδων ενός γεύματος, τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η κατανάλωση: ένα φαινόμενο γνωστό ως παθητική υπερκατανάλωση. Μια πρόσφατη μελέτη όμως έδειξε ότι και τα άτομα με τα οποία συντρώγουμε μπορούν να επηρεάσουν το τι θα επιλέξουμε να φάμε.

 

Πιο συγκεκριμένα, μια έρευνα που έγινε στο McMaster University στο Οντάριο του Καναδά και εκδόθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Appetite έδειξε ότι οι γυναίκες επιλέγουν να καταναλώσουν φαγητό χαμηλότερο σε θερμίδες όταν συντρώγουν με άνδρες, σε σχέση με τη θερμιδική αξία αυτών που επιλέγουν να φάνε όταν συντρώγουν με άλλες γυναίκες. Οι επιστήμονες λοιπόν, που ολοκλήρωσαν τη συγκεκριμένη έρευνα, είδαν ότι οι διατροφικές επιλογές είναι συνυφασμένες τόσο με τα άτομα της παρέας αλλά και με το γένος αυτών.

 

Η έρευνα επικεντρώθηκε στο φυσικό περιβάλλον τριών μεγάλων καντινών του πανεπιστημίου, στις οποίες κανείς θα μπορούσε να συναντήσει μεγάλη ποικιλία τόσο φαγητού, όσο και ατόμων με τα οποία κανείς θα μπορούσε να συνφάγει. Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι οι γυναίκες επέλεγαν γεύματα τα οποία είχαν πολύ χαμηλότερη θερμιδική αξία όταν συνέτρωγαν με άνδρες, σε σχέση με τη θερμιδική αξία των γευμάτων τους όταν έτρωγαν με κάποια άλλη γυναίκα. Στη δεύτερη περίπτωση η θερμιδική αξία των γευμάτων ήταν πολύ υψηλότερη. Επίσης, όταν έτρωγαν σε παρέες όπου υπήρχαν άνδρες η θερμιδική αξία των γευμάτων ήταν χαμηλότερη και όσο περισσότεροι άνδρες ήταν στην παρέα, τόσο χαμηλότερη ήταν και η κατανάλωση θερμίδων. Όταν η παρέα αποτελείτο μόνο από γυναίκες, τότε η κατανάλωση θερμίδων ήταν πολύ υψηλότερη. Επιπρόσθετα, στις καντίνες του πανεπιστημίου, όπου έγινε η έρευνα, οι φοιτητές επέλεγαν το φαγητό τους προτού καθίσουν και χωρίς να ξέρουν ποιοι θα είναι αυτοί με τους οποίους θα συνφάγουνε. Οι ερευνητές παρόλα αυτά, κατέληξαν στο συμπέρασμα πως οι κοινωνικές παρέες των ανθρώπων αυτής της έρευνας ήταν αναμενόμενες, κρίνοντας από το προφίλ των μελών που πήραν μέρος στην έρευνα.

 

Πιο αναλυτικά, οι ερευνητές υποστηρίζουν πως, ως ένα βαθμό, τα αποτελέσματα που αφορούν στις διατροφικές συνήθειες των ανθρώπων αυτής της έρευνας ήταν αναμενόμενα, διότι ακολουθούν τις γενικότερες τάσεις περί διατροφής και εξωτερικής εμφάνισης που επικρατούν στο δυτικό πολιτισμό. Εφόσον λοιπόν η βιομηχανία του θεάματος, της ομορφιάς, αλλά και η βιομηχανία προϊόντων αδυνατίσματος επιλέγει και προβάλει μοντέλα, τα οποία είναι υπερβολικά αδύνατα σε σχέση με τα μοντέλα κανονικού βάρους ή και τα υπέρβαρα μοντέλα η εξωτερική μας εμφάνιση, σε περιπτώσεις κοινωνικής συναναστροφής με άλλους, θα έχει πάντα ως μέτρο σύγκρισής αυτά τα πρότυπα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι διατροφικές μας επιλογές να είναι βασισμένες όχι τόσο στο τι μας αρέσει να τρώμε, αλλά στο πως οι άλλοι τις αντιλαμβάνονται. Αν και η πίεση για συμμόρφωση με τα πρότυπα ομορφιάς, υγείας και σωστής διατροφικής συμπεριφοράς είναι η ίδια και για τα δύο φύλλα, παρόλα αυτά οι γυναίκες είναι πιο ευάλωτες ως προς αυτές.  Συνεπώς, μικρότερες θερμιδικά και πιο υγιεινές διατροφικά επιλογές μπορεί να φαίνονται ως γυναικεία υπόθεση και οι γυναίκες που τρώνε λιγότερο μπορεί να πιστεύουν ότι είναι πιο αρεστές από τους άνδρες. Εδώ, συνεπώς, έχουμε να κάνουμε με μια διαστρεβλωμένη άποψη -που έχει διαμορφώσει στο γυναικείο πληθυσμό ο κόσμος της διαφήμισης και του θεάματος- ότι η χαμηλότερη κατανάλωση φαγητού είναι ένας από τους τρόπους έλξης για το αντίθετο φύλο. Σε ότι αφορά τους άνδρες, που έλαβαν μέρος στην έρευνα, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι διατροφικές τους επιλογές ήταν εντελώς ανεπηρέαστες από τον αριθμό ή το φύλο αυτών με τους οποίους συντρώγανε.

Νικόλαος Καραγιάννης BSc, SRD, MPhil

Κλινικός Διαιτολόγος-Διατροφολόγος