Η ζάχαρη ανήκει στην ομάδα των υδατανθράκων και τη βρίσκουμε στην διατροφή μας σε δύο διαφορετικές ομάδες τροφίμων. Η ζάχαρη υπάρχει σε τρόφιμα όπως είναι τα φρούτα, τα λαχανικά, τα όσπρια, τα σιτηρά και οι ξηροί καρποί και ουσιαστικά παρουσιάζεται με την μορφή των απλών σακχάρων που φέρουν τα τρόφιμα. Επειδή, αυτά τα τρόφιμα πέρα από την φυσική μορφή της ζάχαρης, περιλαμβάνουν και περαιτέρω στοιχεία, όπως είναι οι βιταμίνες, η πρωτεΐνη και οι φυτικές ίνες, τα φυσικά σάκχαρα παγιδεύονται και δεν απορροφώνται άμεσα από το σώμα. Η δεύτερη ομάδα τροφίμων που εμπεριέχουν ζάχαρη είναι τα γλυκά και τα αναψυκτικά, τα οποία δεν έχουν καμία διατροφική αξία, η ζάχαρη σε αυτά είναι επιπρόσθετη και απορροφάται άμεσα από τον οργανισμό, προκαλώντας απότομη αύξηση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα. Αυτό κατά επέκταση επηρεάζει τα επίπεδα ινσουλίνης στο σώμα, ενώ παράλληλα μειώνει τα επίπεδα βιταμινών Β, τα οποία είναι απαραίτητα για την εξασφάλιση της θετικής ψυχολογίας. Επίσης, επηρεάζεται η λειτουργία του θυρεοειδή και των ορμονών που εκκρίνει, οι οποίες σχετίζονται με την ομαλή θερμοκρασία του σώματος, το μεταβολισμό και την ανάπτυξη, παράγοντες οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν την νοοτροπία και την συμπεριφορά ενός ατόμου.
Η ζάχαρη με την μορφή της γλυκόζης στο σώμα είναι απαραίτητη για την επιβίωση μας. Η γλυκόζη αποτελεί πρωταρχική πηγή ενέργειας για όλα τα κύτταρα του ανθρωπίνου σώματος και την μοναδική πηγή ενέργειας για τα εγκεφαλικά κύτταρα και μια σταθερή παροχή γλυκόζης στα εγκεφαλικά κύτταρα είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την άρτια εγκεφαλική λειτουργία. Η αυξημένη κατανάλωση ζάχαρης, μέσα από την διατροφή, έχει βρεθεί ότι προκαλεί ευερέθιστη διάθεση και απότομες αυξομειώσεις στα επίπεδα της ενέργειας. Ενώ άμεσα μετά την κατανάλωση ζάχαρης δημιουργείται μια θετική αίσθηση, σε μια με δυο ώρες έχουμε πτώση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα με αποτέλεσμα να επηρεάζονται οι σωματικές μας λειτουργίες και να παρατηρείται ψυχική κατάπτωση. Επίσης, για πολλούς η κατανάλωση ζάχαρης έχει έντονα εθιστική επίπτωση, καθώς τα επίπεδα ντοπαμίνης αυξάνονται στον εγκέφαλο, αμέσως μετά την κατανάλωση ζάχαρης, προκαλώντας μια θετική αίσθηση και εδραιώνοντας ένα σύστημα εγκεφαλικής ανταμοιβής. Επειδή όμως η υπεραυξημένη κατανάλωση ζάχαρης δεν είναι κάτι θεμιτό για το ανθρώπινο σώμα και προκαλεί έντονες χημικές αλλαγές, το σώμα ενεργοποιεί μηχανισμούς να επαναφέρουν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα σε φυσιολογικά επίπεδα για να αποφευχθεί η υπερδιέγερση, με αποτέλεσμα το σώμα να λαχταρά περισσότερη ζάχαρη στο μέλλον για να ενεργοποιηθούν ξανά τα κέντρα ανταμοιβής στον εγκέφαλο. Εν ολίγοις, αυτό περιγράφει απόλυτα την εδραίωση εθιστική συμπεριφορά. Η εθιστική συμπεριφορά που προκαλεί η κατανάλωση ζάχαρης επίσης αποδεικνύεται από το γεγονός ότι άτομα τα οποία πάσχουν από διαβήτη έχουν διπλάσιες πιθανότητες να εκδηλώσουν κατάθλιψη, σύμφωνα με τον Βρετανικό σύλλογο διαβητικών. Υψηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα προκαλούν σε διαβητικούς ασθενείς ληθαργικότητα, οργή και ευερέθιστη συμπεριφορά.
Ένας βασικός συσχετισμός μεταξύ κατανάλωσης ζάχαρης και κατάθλιψης είναι η παρουσία συστηματικής ή αλλιώς χρόνιας φλεγμονής. Έρευνα του Ιανουαρίου του 2020 έδειξε ότι η αυξημένη παρουσία χρόνιων φλεγμονών μπορεί να προκαλέσει κατάθλιψη. Οι μελετητές παρατήρησαν ότι οι αυξημένες φλεγμονές προκαλούσαν εναλλαγές στην όρεξη, αδυναμία επαρκή ύπνου και κόπωση, ενώ η αυξημένη κατανάλωση ζάχαρης και οι εγκεφαλικές φλεγμονές επηρεάζουν αρνητικά τα δίκτυα ανταμοιβής του εγκεφάλου. Υπάρχουν περαιτέρω έρευνες οι οποίες συνδέουν την αυξημένη κατανάλωση ζάχαρης με χρόνια φλεγμονή και ενώ η κατάθλιψη δεν ανήκει στις φλεγμονώδεις διαταραχές, σε άλλες ψυχιατρικές ασθένειες όπως είναι η σχιζοφρένεια, η διπολική διαταραχή και οι αγχώδεις διαταραχές, παρατηρούμε αυξημένη παρουσία φλεγμονών. Περαιτέρω παγκόσμιες έρευνες βρίσκονται σε εξέλιξη για τον συσχετισμό της αυξημένης κατανάλωσης ζάχαρης και της εκδήλωσης κατάθλιψης.
Η επιτρεπόμενη κατανάλωση ζάχαρης ημερησίως για τους άνδρες είναι 9 κουταλάκια του γλυκού και για τις γυναίκες 6 κουταλάκια, με ένα κουτάκι cola (330 ml) να φέρει 8,25 κουταλάκια του γλυκού ζάχαρη και την μέση ημερήσια κατανάλωση του σύγχρονου ανθρώπου να είναι τα 22 κουταλάκια. Πολύ προσοχή πρέπει να δείξουμε επίσης στα πρόσθετα σάκχαρα που φέρουν τα βιομηχανοποιημένα τρόφιμα και αναγράφονται στην λίστα των συστατικών με ονόματα όπως η σουκρόζη, η φρουκτόζη, το σιρόπι καλαμποκιού, η ζάχαρη άχνη, οι χυμοί φρούτων και το μέλι, και συμβάλουν στην συγκεντρωτική ημερήσια κατανάλωση ζάχαρης. Αποφεύγοντας τα βιομηχανοποιημένα τρόφιμα και υιοθετώντας μια διατροφή με φυσικά τρόφιμα όπως είναι τα φρούτα, τα λαχανικά, τα σιτηρά ολικής αλέσεως, τα όσπρια, οι ξηροί καρποί, το αυγό, τα γαλακτοκομικά προϊόντα, τα ψάρια και το κρέας και εν ολίγης εδραιώνοντας μια ισορροπημένη Μεσογειακή διατροφή, μειώνουμε αισθητά τις πιθανότητες ψυχιατρικών παθήσεων, σύμφωνα με το κέντρο υγείας του πανεπιστημίου του Harvard.
Συνεπώς βλέπουμε ότι υπάρχει άμεση συσχέτιση μεταξύ της αυξημένης κατανάλωσης ζάχαρης και κατάθλιψης μέσα από την έντονη εθιστική επίπτωση που έχει στη λειτουργία του ανθρωπίνου σώματος. Αν σκεφτούμε ότι το 2017 ο αριθμός των ατόμων που διαγνώστηκαν παγκοσμίως με κατάθλιψη ήταν περίπου στα 264 εκατομμύρια, αδιαμφισβήτητα η υπερβολικά υψηλή κατανάλωση ζάχαρης, που παρατηρείται σε παγκόσμιο επίπεδο, επηρεάζει. Μειώνοντας την κατανάλωση βιομηχανοποιημένων τροφίμων, γλυκών, αναψυκτικών και της ζάχαρης που προσθέτουμε σε ροφήματα, όπως ο καφές και τα αφεψήματα, μειώνουμε αισθητά τις πιθανότητες να εθιστούμε στη ζάχαρη και να εκδηλώσουμε καταθλιπτικές τάσεις. Μπορεί η κατανάλωση ζάχαρης να ενεργοποιεί τα κέντρα ανταμοιβής του εγκεφάλου και να προκαλεί μια στιγμιαία υπερδιέγερση, πολύ σύντομα όμως θα βιώσουμε κατάπτωση και περαιτέρω ανάγκη να καταναλώσουμε περισσότερη ζάχαρη, μπαίνοντας σε ένα φαύλο κύκλο εθισμού και ψυχολογικών μεταπτώσεων.
Καραγιάννης Νικόλαος BSc, SRD, MPhil
Διαιτολόγος – Dietitian