Σύμφωνα με έρευνα, η οποία δημοσιεύτηκε στο διαδικτυακό χώρο του επιστημονικού περιοδικού Science, η ανεπτυγμένη όρεξη και η αντίσταση στην ινσουλίνη μπορεί να μεταφερθεί από το ένα ποντίκι στο άλλο, μέσω των εντερικών βακτηρίων. Τα αποτελέσματα της έρευνας ενδυναμώνουν τη θεωρία, η οποία υποστηρίζει πως τα εντερικά βακτήρια είναι δυνατό να συνεισφέρουν στην ανθρώπινη παχυσαρκία και τις μεταβολικές ασθένειες, εφόσον, προγενέστερες μελέτες έχουν ήδη δείξει πως οι πληθυσμοί των εντερικών βακτηρίων διαφέρουν μεταξύ παχύσαρκων και αδύνατων ανθρώπων.
Ο αναπληρωτής καθηγητής παθολογίας και εργαστηριακής ιατρικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Emory και ανώτερος συντάκτης της έρευνας, Δρ. Andrew Gewirtz δήλωσε: « Θεωρήθηκε ως δεδομένο ότι η επιδημία της παχυσαρκίας στον αναπτυγμένο κόσμο οφείλεται στο συνεχώς αυξανόμενο καθιστικό τρόπο ζωής, καθώς και την αφθονία των χαμηλών σε κόστος, μα υψηλών σε θερμίδες γευμάτων. Παρόλα αυτά, τα δικά μας αποτελέσματα δείχνουν πως η υπερβολική κατανάλωση θερμίδων δεν είναι αποτέλεσμα μόνον του απείθαρχου τρόπου διατροφής, αλλά τα ίδια τα εντερικά βακτηρία είναι αυτά τα οποία συνεισφέρουν στις αλλαγές στην όρεξη και το μεταβολισμό». Η πρώτη συντάκτης της έρευνας είναι η Δρ. Matam Vijay-Kumar, μέλος του διδακτικού ερευνητικού προσωπικού του Πανεπιστημίου του Emory, η οποία ασχολείται με την μελέτη μιας ομάδας ποντικών, της οποίας το ανοσοποιητικό σύστημα είναι τροποποιημένο. Αυτός ο τύπος ποντικιού έχει τροποποιηθεί έτσι ώστε να υπολείπετε ενός γονιδίου, γνωστό ως υποδοχέας Toll-like 5 (TLR5), το οποίο βοηθά τα κύτταρα να εντοπίσουν την παρουσία βακτηρίων. Ο υποδοχέας TLR5 αναγνωρίζει την πρωτεΐνη με την ονομασία flagellin, το κύριο κομμάτι του μηχανισμού δηλαδή που χρησιμοποιούν τα βακτήρια για την μετακίνηση τους προς τα εμπρός (flagella).
Η έρευνα ξεκίνησε από τον ερευνητή στο Πανεπιστήμιο του Emory, Jesse Aitken, ο οποίος παρατήρησε τυχαία πως τα ποντίκια, που τους υπολείπονταν ο υποδοχέας TLR5, ήταν περίπου 20% πιο εύσωμα από τα κανονικά ποντίκια. Επιπρόσθετα, τα εν λόγω ποντίκια παρουσίαζαν ανεβασμένες τιμές τριγλυκερίδιων, χοληστερίνης και αρτηριακής πίεσης. Επίσης, οι μετρήσεις σακχάρου στο αίμα και παραγωγής ινσουλίνης ήταν ελαφρώς ανεβασμένες. Συμπληρωματικά, οι επιστήμονες σημείωσαν πως τα ποντίκια με απουσία του υποδοχέα TLR5 είχαν την τάση να καταναλώνουν 10% περισσότερη τροφή, απ’ ότι τα κανονικά ποντίκια και ακόμη και όταν η ποσότητα φαγητού περιορίζονταν, αν και παρουσίαζαν απώλεια βάρους, παρουσίαζαν αντίσταση στη παραγωγή ινσουλίνης. Όταν τους χορηγήθηκε υψηλή σε λιπαρά διατροφή, τα ποντίκια με απουσία του υποδοχέα TLR5 παρουσίασαν μεγαλύτερη αύξηση του σωματικού τους βάρους, απ’ ότι τα κανονικά ποντίκια και εκδήλωσαν επίσης πλήρη εκδήλωση διαβήτη και συγκέντρωση λίπους στο συκώτι. Εν συντομία λοιπόν, αυτά τα ποντίκια εκδήλωσαν μεταβολικό σύνδρομο, ένα σύνδρομο δηλαδή διαταραχών, που στους ανθρώπους αυξάνει τη πιθανότητα ανάπτυξης καρδιακών παθήσεων και διαβήτη.
Προγενέστερες έρευνες έχουν δείξει πως ο υποδοχέας TLR5 παίζει καθοριστικό ρόλο στον έλεγχο των βακτηρίων στα έντερα. Κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, πολλά από τα ποντίκια με απουσία του υποδοχέα TLR5 εκδήλωσαν κολίτιδα, ενώ η πλειοψηφία αυτών πάσχουν από χρόνια χαμηλού επιπέδου φλεγμονή. Η θεραπεία των ποντικιών με απουσία του υποδοχέα TLR5 με τη χρήση δυνατών αντιβιοτικών, έχει τη δυνατότητα να μειώσει τις μεταβολικές τους ανωμαλίες.
Είναι σημαντικό ότι ο Δρ.Gewirtz και η ομάδα του ανακάλυψε πως η μεταφορά των εντερικών βακτηρίων από ποντίκια με απουσία του υποδοχέα TLR5 σε κανονικά ποντίκια, σημαίνει και μεταφορά πολλών χαρακτηριστικών του μεταβολικού συνδρόμου, συμπεριλαμβανομένης και της αυξημένης όρεξης, της παχυσαρκίας, των ανεβασμένων σακχάρων του αίματος και της αντίστασης στην ινσουλίνη.
Ο πληθυσμός των εντερικών βακτηρίων στους ανθρώπους θεωρείτε πως καθορίζεται κατά τη γέννηση του, είναι κληρονομικός και σχετικά σταθερός. Παρόλα αυτά, μπορεί να επηρεαστεί από τη διατροφή και τη χρήση αντιβιοτικών.
Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι τα βακτήρια είναι δυνατό να επηρεάσουν την ικανότητα απορρόφησης ενέργειας από την τροφή, όμως αυτή η έρευνα δείχνει πως τα εντερικά βακτήρια είναι δυνατό να επηρεάσουν ακόμη και την όρεξη. Υπενθυμίζοντας πως η ινσουλίνη είναι γνωστό ότι επηρεάζει την όρεξη, ακόμη και όταν δεν εκδηλωθούν συμπτώματα κολίτιδας, τα ποντίκια με απουσία του υποδοχέα TLR5 παρουσίασαν χρόνια χαμηλού επιπέδου φλεγμονή. Δεν είναι σίγουρο εάν αυτή η φλεγμονή μπορεί να οδηγήσει σε τροποποιήσεις των εντερικών βακτηρίων ή και αντίστροφα, όμως μας δείχνει πως, με την αλλαγή της μικροβιακής κοινότητας, η μεταφορά μεταβολικών ανωμαλιών σε άλλα ποντίκια ήταν εφικτή. Αυτό πιστοποιεί ότι είναι πιο πιθανό να κληρονομήσει κάποιος, κατά κάποιο τρόπο, το μεταβολικό σύνδρομο μέσω του περιβάλλοντος, παρά γενετικώς. Μήπως τα παχύσαρκα παιδιά καταλήγουν έτσι εξαιτίας της κακής διαπαιδαγώγησης από τους γονείς τους; Είναι πιθανό λοιπόν τα βακτήρια που αυξάνουν την όρεξη να παίζουν κάποιο ρόλο σε αυτό.
Νικόλαος Καραγιάννης BSc, SRD, MPhil
Κλινικός Διαιτολόγος-Διατροφολόγος