Επιστήμονες από το πανεπιστήμιο του Harvard της Αμερικής μελέτησαν τις πιθανότητες που έχουν πάσχοντες από κορονοϊό να εμφανίσουν μακροχρόνια συμπτωματολογία (long Covid) βάση του τρόπου ζωής τους, πριν νοσήσουν. Οι επιστήμονες επικεντρώθηκαν σε έξι διαφορετικούς παράγοντες τρόπου ζωής, φυσιολογικό βάρος, έλλειψη καπνίσματος, συχνή φυσική εξάσκηση, επαρκή ύπνο, καλή ποιότητα διατροφής και φυσιολογική κατανάλωση αλκοόλ. Άλλωστε είναι αρκετό κοινό ότι πολλοί που έχουν νοσήσει από κορονοϊό να παρουσιάζουν μακροχρόνια συμπτωματολογία από 4 και πάνω εβδομάδες συμπεριλαμβανομένου κόπωση, πυρετό, αναπνευστικά, καρδιολογικά, νευρολογικά και γαστρεντερολογικά προβλήματα. Οι επιστήμονες μελέτησαν ένα πληθυσμό 32.000 γυναικών νοσοκόμων για μια περίοδο ενάμιση έτους. Σε αυτή την χρονική περίοδο 1.900 νοσοκόμες νόσησαν από κορονοϊό, εκ των οποίων το 44 % αυτών παρουσίασε μακροχρόνια συμπτωματολογία. Οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι δύο από τους έξι παράγοντες του τρόπου ζωής και πιο συγκεκριμένα το φυσιολογικό βάρος και ο επαρκής ύπνος, βοήθησαν περισσότερο στο να μην παρουσιάσουν μακροχρόνια συμπτωματολογία οι νοσοκόμες που νόσησαν από κορονοϊό. Επίσης, οι νοσοκόμες που παρουσίασαν μακροχρόνια συμπτωματολογία και είχαν ένα υγιή τρόπο ζωής πριν νοσήσουν, είχαν 30 % λιγότερες πιθανότητες να εμφανίσουν έντονη συμπτωματολογία, σε επίπεδο που να επηρεάζει την καθημερινότητα τους. Σύμφωνα πάντα με τους επιστήμονες ένας ανθυγιεινός τρόπος ζωής επιδεινώνει τα επίπεδα φλεγμονών στο σώμα και μειώνει την δράση του ανοσοποιητικού συστήματος με αποτέλεσμα να είμαστε πιο επιρρεπείς στην μακροχρόνια νόσηση από κορονοϊό. Βλέπουμε λοιπόν ότι μικρές καθημερινές αλλαγές στην καθημερινότητα μας μπορούν να συμβάλουν θετικά στην έκβαση της νόσησης από κορονοϊό σε μακροχρόνιο επίπεδο.
Καραγιάννης Νικόλαος BSc, SRD, MPhil
Διαιτολόγος – Dietitian
Link: JAMA Network